πολύπολο

πολύπολο
το, Ν
φυσ.
κάθε σύστημα που περιλαμβάνει δύο ή περισσότερα ζεύγη ηλεκτρικών ή μαγνητικών διπόλων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”